Μια μεγάλη ανησυχία των γονιών που μεγαλώνουν δίγλωσσα παιδιά είναι οι δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν τα παιδιά τους τόσο στην ανάπτυξη του λόγου τους όσο και μετέπειτα στην φοίτηση τους στο δημοτικό. Όμως δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν ότι τα δίγλωσσα παιδιά θα παρουσιάσουν διαταραχές λόγου και ομιλίας ή μαθησιακές δυσκολίες. Παρ’ όλα αυτά έχει γίνει μία άτυπη σύνδεση μεταξύ της διγλωσσίας και των προβλημάτων που μπορεί να παρουσιάσει ένα δίγλωσσο παιδί μεγαλώνοντας.
Δίγλωσσο θεωρείται ένα παιδί όταν κατακτά παράλληλα δύο γλώσσες κατά την περίοδο της πρωτογενούς ανάπτυξης λόγου, δηλαδή κατά την βασική, γλωσσικά, χρονική περίοδο των 0 έως 5 ετών. Μετά από αυτή την περίοδο, οποιαδήποτε προσπάθεια εκμάθησης μιας δεύτερης γλώσσας αφορά απλά την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας. Στο διάστημα αυτό το παιδί εκτίθεται ταυτόχρονα σε δύο διαφορετικά συστήματα σύνταξης, γραμματικής, λεξιλογίου κλπ. Πολλοί γονείς ανησυχούν μήπως προκαλούν σύγχυση στο παιδί τους και το ‘οδηγούν’ σε διαταραχές λόγου και ομιλίας στην προσπάθεια του να ανταπεξέλθει στην εκμάθηση των δύο γλωσσών.
Μετά από έρευνες οι οποίες έχουν συγκρίνει μονόγλωσσα και δίγλωσσα παιδιά σε διάφορες ηλικίες, οι ειδικοί, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα δίγλωσσα παιδιά δεν υστερούν σε τίποτα από αυτά που έχουν μόνο μία μητρική γλώσσα. Τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά ο λόγος και στις δύο ομάδες παιδιών εξελίσσεται με παρόμοιο ρυθμό. Το παιδί που έρχεται στον κόσμο σε ένα δίγλωσσο περιβάλλον οφείλει να μυηθεί και στις δύο γλώσσες, καθώς η κάθε μια γλώσσα φέρει και την πολιτιστική κληρονομιά του λαού που την μιλά.
Επομένως, η διγλωσσία δεν είναι η αιτία παρουσίας προβλημάτων στο λόγο. Τυχόν προβλήματα λόγου και ομιλίας παρουσιάζονται είτε το παιδί είναι μονόγλωσσο είτε δίγλωσσο. Από την άλλη πλευρά, σε περίπτωση παρουσίας γλωσσικών διαταραχών, σε ένα δίγλωσσο παιδί, καλό θα είναι για ένα διάστημα να ενισχύεται σε μεγαλύτερο βαθμό η γλώσσα που χρησιμοποιείται στην κοινωνία που μεγαλώνει το παιδί, ώστε να είναι επαρκής η κατάκτηση της για την ένταξη του σε αυτή.
Είναι βασικό ο κάθε γονέας που μεγαλώνει ένα δίγλωσσο παιδί, να χειρίζεται με μεγάλη ευχέρεια την γλώσσα, σαν μητρική του. Η εκμάθηση, για παράδειγμα, αγγλικών από έναν Έλληνα γονέα, λόγω επιθυμίας του να ξέρει το παιδί του από μικρή ηλικία να μιλά την γλώσσα αυτή, δεν κάνει το παιδί δίγλωσσο και παράλληλα προκαλεί σύγχυση και γλωσσική ανεπάρκεια στο παιδί. Το πιο σωστό είναι ο κάθε γονέας να μιλά στο παιδί στην μητρική του γλώσσα, ενώ μεταξύ τους οι δύο γονείς να επικοινωνούν σε μία από τις δύο γλώσσες και να μην παρεκκλίνουν από αυτό.
Αγγελική Μπαλατσούρα
Η Αγγελική Μπαλατσούρα είναι πτυχιούχος Λογοθεραπεύτρια με εργασιακή εμπειρία σε κέντρα Ειδικών Θεραπειών, ατομικές συνεδρίες παιδιών με καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου, διαταραχές άρθρωσης, φωνολογικές διαταραχές, νοητική υστέρηση, διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές.